ΜΕΝΟΥ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ


Στο παρελθόν, o ξυλόφουρνος ήταν από τα σημαντικότερα στοιχείο ενός σπιτιού. Εκεί έψηναν το ψωμί και τα παξιμάδια, εκεί ξέραιναν τα φρούτα και τους καρπούς. Στην Κρήτη και σε άλλα μέρη της Ελλάδας χρησιμοποιούνται έντονα μέχρι και σήμερα. Συνήθως θερμαίνονται με το ξύλο της ελιάς, μιας και υπάρχει άφθονο εξαιτίας των ετήσιων κλαδεμάτων των ελαιόδεντρων όπου υπάρχουν. ή με ξύλο άλλων δένδρων που παρέχει η κοντινή περιοχή. Μετά την προθέρμανση - προετοιμασία του φούρνου, η παραδοσιακή διαδικασία κατά σειρά ψησίματος είναι η εξής: (ότι απαιτεί μεγαλύτερη θερμοκρασία ψήνεται πρώτο).
1. πρώτα έψηναν το ψωμί.



2. ακολουθούσε το φαγητό.


3. αμέσως μετά έβαζαν τα παξιμάδια 



4. Τα φρούτα και οι καρποί που προορίζονταν για αποξήρανση έμπαιναν τελευταία.


Οι σημερινοί παραδοσιακοί ξυλόφουρνοι χρησιμοποιούνται κυρίως για το ψήσιμο φαγητού. Οι μεγάλοι είναι πιο αποδοτικοί από πλευράς κατανάλωσης ξύλου λόγω μεγαλύτερης θερμοχωρητικότητας των τοιχωμάτων. Σε πολλά παλιά σπίτια διασώζονται κάποιοι αρκετά μεγάλοι, που η χρήση τους ήταν κυρίως για ψήσιμο μεγάλων ποσοτήτων ψωμιού, για παξιμάδια ή για το άφθονο φαγητό που απαιτούσαν οι εορταστικές περιστάσεις.




Οι κρητικοί ξυλόφουρνοι χαρακτηρίζονται ως οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος σε σχέση με τους υπόλοιπους της Ελληνικής επικράτειας. Ένας μεγάλος κρητικός ξυλόφουρνος με την πόρτα του να βρίσκεται στο χώρο της κουζίνας, πάνω από ένα διπλό πυρομάχι (παραδοσιακή εστία μαγειρέματος), χρησίμευε τόσο για θέρμανση όσο και για μαγείρεμα ή ψήσιμο. Μικρότεροι εξυπηρετούσαν τις καθημερινές ανάγκες.


Κατά το παρελθόν, όταν δεν υπήρχαν μεγάλοι ιδιωτικοί ξυλόφουρνοι, οι νοικοκυρές έψηναν το ψωμί τους σε κοινοτικούς, τους οποίους χαρακτήριζε ο κοινοτικός τους ρόλος ως σημείο συνάντησης των νοικοκυρών. Σήμερα αν και οι κοινοτικοί αυτοί ξυλόφουρνοι τείνουν να εκλείψουν, κάποιοι επαγγελματίες στην ενδοχώρα της Κρήτης διατηρούν την σχέση τους με την παράδοση και προσφέρουν γνήσια, αγνά, παραδοσιακά προϊόντα ξυλόφουρνου.